βρόμη

βρόμη
Πόα μονοετής της οικογένειας των μονοκοτυλήδονων αγρωστωδών, που καλλιεργείται ευρύτατα για την παραγωγή σανού διατροφής ιπποειδών, βοοειδών κλπ. και για την εξαιρετική θρεπτική αξία των σπερμάτων της. Σχηματίζει μικρές τούφες από όρθια στελέχη, κοίλα και οζώδη, ύψους 1-1,30 μ. Έχει φύλλα πλατιά, επίπεδα, χνουδωτά ή λεία, με κολεό και γραμμοειδές, οξύληκτο γλωσσίδιο και τραχιά χείλη. Τα άνθη είναι ενωμένα ανά δύο σε καταπίπτοντα σταχίδια, που σχηματίζουν αραιά, όρθια και επάκρια ταξιανθία. Η β. έχει επισημανθεί από τα τέλη της νεολιθικής εποχής, όμως οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι δεν την καλλιεργούσαν. Στη νεότερη Ελλάδα, η καλλιέργειά της διαδόθηκε κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η β. που καλλιεργείται σήμερα, η επιστημονική ονομασία της οποίας είναι αβένα η ήμερη, προέρχεται από την άγρια, που φυτρώνει στην κεντρική Ασία. Η καλλιέργειά της γίνεται κυρίως σε ψυχρά βόρεια μέρη, σε υγρά και φτωχά εδάφη. Τα σπέρματά της είναι πλούσια σε βιταμίνες Β και C, άμυλο (66%), πρωτεΐνες (13%) και λιπαρές ουσίες (8%), και χρησιμεύουν επίσης για την παρασκευή θεραπευτικών διαιτητικών τροφών, όπως είναι το κουάκερ, που παρασκευάζεται με προβλάστηση και σύνθλιψη των σπερμάτων της. Αποτελεί άριστη τροφή για τα βρέφη και γι’ αυτούς που πάσχουν από στομαχικές και εντερικές ενοχλήσεις. Εκτός από την καλλιεργούμενη β., η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει και αυτοφυή είδη. Η ετήσια παγκόσμια παραγωγή β. ξεπερνά τους 40.000.000 τόνους. Κυριότερες παραγωγοί χώρες είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία, ο Καναδάς, η Πολωνία και η Γερμανία. Η άγρια β. (αβένα η άγονη), είναι μονοετής πόα, ύψους 0,6-1,5 μ., με όρθιο καλάμι και λεία, επίπεδα φύλλα. Είναι κοινό είδος της ελληνικής χλωρίδας και πολύ ενοχλητικό ζιζάνιο στα καλλιεργούμενα χωράφια, στους ελαιώνες, στα αμπέλια αλλά και σε χέρσους τόπους, με χαμηλό υψόμετρο. Τέλος, αγριόβρομη λέγεται το είδος το γνωστό ως γενειοφόρος, μονοετής πόα ύψους 0,5-1,2 μ., με όρθιο καλάμι και επίπεδα, πλατιά φύλλα. Είναι επίσης πολύ ενοχλητικό ζιζάνιο, που φυτρώνει σε καλλιεργούμενα αλλά και σε χέρσα χωράφια. Αριστερά, καρποί βρόμης. Πάνω, γραφική παράσταση που δείχνει τη χημική σύνθεση και τις θρεπτικές ιδιότητες αυτού του σιτηρού. Δεξιά, ταξιανθία βρόμης ενώ πλησιάζει να ωριμάσει, καρπός (α) και άνθος (β), στο οποίο φαίνονται οι στήμονες και ο ύπερος.
* * *
η και βρώμη, η και βρόμι, το [βρόμος (Ι), βρώμος (Ι)]
ονομασία ειδών του γένους αβένα που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • βρόμη — η είδος δημητριακού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βρόμη — βρομέω buzz pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) βρομέω buzz imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημητριακά ή σιτηρά — Σύνολο ποωδών φυτών διαφορετικού μεγέθους της οικογένειας των αγρωστωδών (μονοκοτυλήδονα). Καλλιεργούνται από την αρχαιότητα σε μεγάλη κλίμακα, για την παραγωγή των εδώδιμων σπόρων τους, οι οποίοι, όταν αλέθονται, γίνονται αλεύρι που… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • βρόμος — (I) ο (Α βρόμος) βρόμη, ονομασία αγρωστώδους που χρησιμεύει ως τροφή των ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < βρέμω*, ίσως επειδή θεωρούνταν ότι το φυτό αυτό προστάτευε από τους κεραυνούς]. (II) ο (AM βρόμος, Α και βρῶμος) άσχημη μυρωδιά νεοελλ. 1. ακαθαρσία 2.… …   Dictionary of Greek

  • βρώμη — (I) βρώμη, η (Α) [βιβρώσκω] το βρώμα, η τροφή. (II) η βλ. βρόμη …   Dictionary of Greek

  • ζύμωση — Βιοχημικός μετασχηματισμός οργανικών ουσιών που προκαλείται από το ενζυμικό σύστημα πολυάριθμων μικροοργανισμών, ενώ παρατηρείται και σε ζωικούς και φυτικούς οργανισμούς, αποσκοπώντας στην παραγωγή ενέργειας υπό μορφή ATP σε αναερόβιες συνθήκες.… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • αβένα — Βλ. λ. βρόμη …   Dictionary of Greek

  • ανεμοφιλία — Φαινόμενο διασποράς της γύρης από ρεύματα αέρα, χαρακτηριστικό ορισμένων φυτών, στα οποία η δομή του άνθους είναι προσαρμοσμένη σε αυτή τη διαδικασία. Από τα ποώδη φυτά ανεμόφιλα είναι τα αγρωστώδη (π.χ. αραβόσιτος, βρόμη κλπ.) και οι κυπερίδες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”